ξεντερίζω

ξεντερίζω
disembowel

Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary). 2015.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ξεντερίζω — 1. βγάζω τα έντερα, ξεκοιλιάζω 2. χτυπώ κάποιον στην κοιλιά με μαχαίρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἐξ εντερίζω, με σίγηση τού αρκτ. φωνήεντος (βλ. και λ. ξ[ε] με στερ. σημ.)] …   Dictionary of Greek

  • εξεντερίζω — και ξεντερίζω (Α ἐξεντερίζω) βγάζω τα έντερα αρχ. (για φυτά) βγάζω την εντεριώνη …   Dictionary of Greek

  • ξεντέρισμα — το [ξεντερίζω] 1. η αφαίρεση τών εντέρων από την κοιλιά 2. χτύπημα στην κοιλιά με μαχαίρι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”